Γιατί δυσκολευόμαστε να πούμε «όχι»; Αίτια και αντιμετώπιση
1/24/20251 min read
Βρίσκεσαι στην δουλειά, έχεις σχεδόν τελειώσει την βάρδια όταν ο προϊστάμενος σου ζητάει να μείνεις μία-δύο ωρίτσες παραπάνω. Παρόλο που δεν είσαι το μόνο άτομο που εργάζεται εκεί, για κάποιο λόγο φαίνεται να επιλέγει πάντα εσένα. Θυμώνεις. Θέλεις να του πεις όχι όμως ξαφνικά σε πιάνει μία ανασφάλεια. Και εάν με απολύσει; Τελικά, έρχεται η ώρα να σχολάσεις και επιστρέφεις σπίτι νιώθοντας τεράστια εξουθένωση. Ανυπομονείς να κάνεις ένα μπάνιο και να ξεκουραστείς. Τότε, χτυπάει το τηλέφωνο και είναι η φίλη σου. Σε χρειάζεται, δεν είναι καλά. Νιώθεις φοβερή κούραση και το μόνο που θέλεις είναι να της πεις όχι, όμως, πώς μπορείς να αρνηθείς να την βοηθήσεις; Πόσο εγωιστικό θα ήταν αυτό άλλωστε;
Οι παραπάνω καταστάσεις αποτελούν δύο μόνο ενδεικτικά παραδείγματα της έλλειψης ορίων. Στην πραγματικότητα, εάν εξετάσουμε την καθημερινότητα μας θα βρούμε δεκάδες. Τι μας κάνει όμως τόσο επιρρεπείς στο να λέμε «ναι», ακόμη κι όταν αυτό είναι εις βάρος της δικής μας ευημερίας; Συχνά, μέσα στα αίτια συναντάμε τον φόβο. Τον φόβο ότι θα προσβάλλουμε το άλλο άτομο ή ότι θα χάσουμε κάτι, για παράδειγμα την εργασία μας, όπως είδαμε και παραπάνω με τον προϊστάμενο στον χώρο εργασίας. Σε άλλες περιπτώσεις, το αίτιο μπορεί να είναι μία προσπάθεια να αποφύγουμε ενδεχόμενες συγκρούσεις που μπορεί να προκύψουν μετά την αντίδραση του άλλου ατόμου στο δικό μας «όχι».
Παράλληλα, συναντάμε την επιθυμία να είμαστε αρεστοί και αποδεκτοί από τους γύρω μας αλλά και την ανάγκη να συντηρήσουμε την εικόνα του «καλού παιδιού». Κανένα καλό παιδί δεν θα φερόταν τόσο εγωιστικά που να βάλει τις ανάγκες του πιο πάνω απ’ τις ανάγκες των άλλων ανθρώπων, αρνούμενο για παράδειγμα την βοήθεια σε μία φίλη που την χρειάζεται! Λέγοντας όμως μόνιμα «ναι» στους άλλους και «όχι» στον εαυτό μας δεν σημαίνει ότι θα τα έχουμε καλά με όλους, ούτε ότι θα είμαστε πάντα αρεστοί. Αντίθετα, οι διαρκείς υποχωρήσεις μάς γίνονται συνήθεια και η έλλειψη σεβασμού προς το πρόσωπό μας διαιωνίζεται, έχοντας τελικά αρνητικό αντίκτυπο τόσο στην ψυχική και σωματική μας υγεία όσο και στις σχέσεις μας.
Τα όρια υποδεικνύουν ποιοι είμαστε και πώς αξίζει να μας φέρονται. Αποτελούν ένα δείγμα σεβασμού απέναντι στον χρόνο, στον κόπο και στην ενέργεια που διαθέτουμε αλλά και την απαραίτητη απόσταση με την οποία μπορούμε να αγαπάμε τόσο τον εαυτό μας όσο και τους άλλους ανθρώπους. Όταν θέτουμε τα όριά μας, δεν χρειάζεται να δικαιολογήσουμε τον εαυτό μας. Ένα σκέτο «όχι», αρκεί. Δεν έχουμε την ευθύνη για το πώς οι άλλοι άνθρωποι θα αισθανθούν ή θα αντιδράσουν και δεν είναι δική μας υποχρέωση να προστατέψουμε κανέναν ώστε να μην νιώσει άβολα. Η μόνη υποχρέωση που έχουμε είναι να διαχειριστούμε τα δικά μας συναισθήματα και τις δικές μας αντιδράσεις.
Στην αρχή, η σωστή και σταθερή τοποθέτηση ορίων μπορεί να αποτελέσει πρόκληση, ειδικά εάν έχουμε περάσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μας σε ένα περιβάλλον όπου έλειπαν τα όρια ή κανείς δεν τα σεβόταν. Όμως, όσο εξασκούμαστε στην τοποθέτησή τους, προοδευτικά αισθανόμαστε περισσότερη αυτοπεποίθηση για τις επιλογές μας και περισσότερη ηρεμία στην καθημερινότητα μας. Κλείνοντας, σας παροτρύνω να εξερευνήσετε τα όρια σας, να δοκιμάσετε νέους τρόπους ώστε να επικοινωνείτε τις ανάγκες σας με τους γύρω σας καθημερινά, κρατώντας στο τέλος μόνο ότι σας εξυπηρετεί και σας ταιριάζει. Να είστε επιεικείς με τον εαυτό σας και να αφιερώσετε άφθονο χρόνο για μία ομαλή μετάβαση.